Μία συναυλία για φιλανθρωπικό σκοπό στην υγεία του David Prudent

Dendrites - Grow (album Review)


"Αμερικανικός Νότος Απ’τον Ελληνικο Βορρά"


Οι Dendrites δε χρειάζονται ιδιαίτερες συστάσεις. Είναι ένα τετραμελές σχήμα από το Βόλο, που φαίνεται ότι έχει πέσει στη χύτρα κι εντρυφήσει για τα καλά στην κουλτούρα αυτού που ονομάζουμε southern rock, με όλα τα παρακλάδια και τις υποκατηγορίες του. Η ελληνική σκηνή έχει μακρά παράδοση σ' αυτόν και παρεμφερείς ήχους, με αρκετά απ' τα πλέον αναγνωρισμένα συγκροτήματα που ξέρουμε και αγαπάμε να τον ασπάζονται ανοιχτά, ή, έστω ν' αφομοιώνουν στοιχεία του με δημιουργικό τρόπο. (Planet of Zeus, 1000mods, Nightstalker, Black Hot Bones..)
Έλειμμα, λοιπόν, όσον αφορά στο καλό, βαρύ ροκ δεν υπάρχει στην ελληνική σκηνή. Απεναντίας, κάθε φορά που εμφανίζεται κάποιο νέο πολλά υποσχόμενο γκρουπ, οφείλουμε ως κριτικοί να οπισθοχωρήσουμε και να στοχαστούμε: μας φέρνει κάτι φρέσκο στο τραπέζι; Τι ξεχωρίζει αυτό το γκρουπ απ' τα δεκάδες άλλα που ξεπηδούν καθημερινά, μας τραβούν για λίγο την προσοχή κι εξαφανίζονται χωρίς να μας αποχαιρετήσουν;
Στην περίπτωση των Dendrites, οι επιρροές τους ανακλώνται στον ήχο τους πολλές και ετερόκλιτες: Black Label Society, Clutch, Pantera, Hellyeah, Down μέχρι Metallica και Black Sabbath. Διυλίζοντας τα ακούσματά τους μέσα απ' το ιδιαίτερο πρίσμα τους, μπολιάζουν τον χαρακτηριστικό τους ήχο που δεν θα μπορούσε κανείς να πει ότι κοπιάρει αυτές τις τέσσερις-πέντε μπάντες, αλλά τους ανήκει δικαιωματικά. Με απλά λόγια, φορούν χωρίς ντροπή τις επιρροές τους στα μανίκια τους, που θα 'λεγα αν ήμουν Εγγλέζος, κάνοντάς τες δικές τους: το τελικό προϊόν είναι απόλυτα Dendrites. Το κοινό στοιχείο των ήχων που ενσωματώνουν κι εμπλουτίζουν, ο συνεκτικός αρμός τους, είναι ο αμερικάνικος νότος. Και τα 10 κομμάτια είναι πρώτα southern κι έπειτα rock/metal/groove/stoner: έχουν ατόφια τεξανή προσωπικότητα που θα ζήλευε τεξανός χιλμπίλης. Κι εντέλει, ίσως είναι αυτό που τους ξεχωρίζει κι εξαίρει από το κύμα νεόκοπων "southern", "stoner" και "hard rock" ελληνικών σχημάτων του συρμού. Η ωριμότητα του ήχου κι η αποφασιστικότητα των μελών προς αυτή την κατεύθυνση. Κάθε κομμάτι έχει το δικό του groove και η τοποθέτησή τους καθ' όλη την έκταση του δίσκου είναι ορθά μελετημένη ώστε το σύνολο κυλά σα νερό στ' αυλάκι. Ακόμη κι ο πιο δύσπιστος που αμφισβητεί στις αρχές του Get The Fuck θ' αρχίσει να κοπανιέται με τα φιδογυριστά riffs του Bullet Dodger και μέχρι το Throwing Rocks θα έχει κρατήσει κάπου τ' όνομα της μπάντας για να την ξανακούσει προσεκτικά μόλις βρει χρόνο.
Προσωπικό highlight του άλμπουμ είναι το Dreamhouse Pt. 1, που ρίχνει λιγάκι τη γενικευμένη ένταση ισορροπώντας σε μια πιο country-folk κατάσταση που θυμίζει Johnny Cash και Townes Van Zant. Σωστά τοποθετημένο λίγο πριν τη μέση του LP, φορτίζει τις μπαταρίες μας για ό,τι θ' ακολουθήσει στη συνέχεια. Το outro του Dreamhouse Pt. 2, στ' αυτιά μου τουλάχιστον, είναι παραπομπή στον Darrell Dimebag.
Το cowbell στο δεύτερο μισό του One Hell of a Ride κι η όμορφη γκρουβίλα του δεν θα μπορούσαν παρά να το στέψουν 2ο αγαπημένο μου.
Δεύτερη παραπομπή στον κ. Dimebag εντοπίζω στην εισαγωγή του Snake Oil Merchant, ευγενική υπόκλιση στο Floods. Το αναφέρω γιατί οι Pantera υπήρξαν απ' τα συγκροτήματα που κόσμησαν περισσότερο τον εφηβικό ψυχισμό μου και οι αναφορές σ' αυτούς δεν παύουν να με συγκινούν. Η δε στεντόρεια αγριοφωνάρα -in a good way- του Θανάση Τιμπαλέξη αποκτά μια σχεδόν maidenική θεατρικότητα στα ρεφραίν του εν λόγω κομματιού. Το εξαιρετικό I'm Gonna Fly μπλουζίζει επικίνδυνα και κλείνει το όλο εγχείρημα στον κατάλληλο τόνο- ποιός παίζει το σαξόφωνο στο outro;
Μια κριτική έχω μονάχα: θα ήθελα περισσότερες στιγμές σαν το Dreamhouse Pt. 1, περισσότερες εναλλαγές μεταξύ κρύου και ζέστης. Τα κομμάτια βαράνε και δέρνουν ως έχουν, αλλά έχω την εντύπωση ότι μια πιο δυναμική προσέγγιση θα ευνοούσε τα μάλα τα σκληρά peaks που είναι σε θέση να χτίζει με άνεση αυτό το συγκρότημα.
Βαθμολογία: 83/100


Για το Rock Davinci,

Μπαρδάκας Δημήτρης


Σχόλια